• Πριν φύγει λίγα λεπτά
• Προσπάθησε να κοιτάξει πίσω απ’ την πλάτη του
• Είδε τους μοναχικούς τους αποκομμένους από το πλήθος και μια αλλόκοτη βροχή να προσπαθεί να ξεμπερδέψει με εκείνο το βαθυγάλαζο χνότο που ‘χε σκεπάσει το μισοσκόταδο
• Πολλές μέρες κράτησε εκείνη η παγίδα της ψευδαίσθησης
• Γεμάτα χαρά τα διαλείμματα ξεγελούσαν τη λύπη που ερχόταν να περιφρονήσει το τρεχαλητό του χρόνου
• και μαζί αυτές οι μικρές αναπνοές έδιναν στην κίνηση του ερχόμενου την μακαριότητα της νηφαλιότητας
• Ένα φάντασμα με χοντρές αλυσίδες το περασμένο, με ένα φθαρμένο μανδύα και μια χοντρή σιδερένια μπάλα στο πληγωμένο από το ίχνος της απόγνωσης σώμα
• Οι πλάκες στο δρόμο πέτρινες, στα διάκενα ζωγραφιές λευκές δίνουν ένα δαιδάλωδες διάδρομο στο αφηρημένο ερημόφιλο πόρευμα
• Κρότοι συνεχόμενοι και σιωπή όταν η κατάντια ξεκουράζεται κι ακουμπά στον πέτρινο τοίχο το χέρι της για να καταπιεί λίγο από τον αέρα της υγρασίας
• Αέρας και μια σκόνη μαστίγιο που κλείνει τα μάτια και το χέρι σκουπίζει το περίσσωμα του ολοδυρμού για να μπορέσει να κάνει το καθαρό να επανέλθει στον ορίζοντα της ιχνογραφίας του τέλους
• Κι η προενθύμηση πουτάνα με κόκκινα χείλια πρόστυχες μπογιές και γόβες με μαχαίρια στο τέλειωμα ανακουφίζει το κρυμμένο ήχο της φυσαρμόνικας που επιμένει να διακόπτει
• Μια μελωδία μέχρι το μεδούλι όπως εκείνο το πέρασμα της ανάμνησης που αφήνει πίσω του αυτό το τρέμουλο και εκείνο το σύγκρυο που ξεκινά από το σβέρκο και σβήνει όταν η διαδοχή του επόμενου σε κάνει να σκεφτείς εκείνα τα όμορφα μάτια πίσω απ τη γρίλια
• Ανασκόπηση λέγεται αλλιώς η αναδρομή και πιο γλυκά αναπόληση
• Και αναπολείς και σου μένει το ψέμα να μετριέται με τη ζωή σου και τρίζεις τα δόντια και συνεχίζεις να τρέχεις ανάμεσα στα στάχυα εκείνου του χωραφιού που έβλεπες όταν ονειρευόσουν
• Και θυμάσαι τους ξεδοντιασμένους άρχοντες, τις μάγισσες με τις σκούπες, τους επισκόπους των ευκτηρίων τους γραμματείς τους πτωτικούς, τους Ινδούς διακονητές, τους κλέφτες των κλήσεων, τις ομολογίες της ενοχής, την ταυτοποίηση του νομίμου και του ηθικού, τα φουσκωτά τις επαύλεις κι αυτό το ύφος που ξεκρεμά από τον τοίχο την εικόνα των μοναρχών παλαιάς κοπής, τις μαριονέτες με τις σπασμωδικές κινήσεις, τα πολιτικά κακέκτυπα, τα ανθοδοχεία στους μπαξέδες των ειδήσεων και τρέμεις μήπως και σε δει κανείς που κρυφακούς αγκλιά με την αντίληψη
• Και σώζω στη μικρή φούχτα μου την μαγεμένη εικόνα τους δράκους και τις βασιλοπούλες και τους μικρούς που πετροβολούν
• Τους αλήτες που σπάνε τα τζάμια της ψευδορρημοσύνης και κλαίω που βλέπω τους δικαίους να οδύρονται για το βιος τους
• Οι αθώοι έπεσαν θύματα της οργής του ξημερώματος
• Και ονειροπολώ αναπολώ και αναγουλιάζω
• Αηδίζομαι όταν τα λεξήματα παραστάτες των σημαιοφόρων των κινουμένων σχεδίων πετροβολούν τις μονοκοντυλιές μου
• Και σκέφτομαι κι εκείνον το χοίρο σε εκείνο το χωριό σε εκείνα τα παραδοσιακά φονικά με τα τραγούδια και τους χορούς
• Να ναι από πάνω του δυο γεροδεμένοι στιβαροί μαντράχαλοι και μια κάμα να κατεβαίνει με ορμή στο λαρύγγι
• Κι η φωνή να ξεσηκώνει το χωριό το αίμα να γίνεται ποταμάκι και να γεμίζει τους αρμούς του πλακόστρωτου
• Και μετά η φούσκα δώρο στα κοντά παντελονάκια που περιμέναν ανυπόμονα το δώρο της θέασης του τρομακτικού
• Ένα φουσκωμένο τόπι κλοτσιές και ένα παιχνίδι μετά τη θυσία
• Αλλά εκείνο το ουρλιαχτό το εφιαλτικό έδινε πάντα στην αναδρομή τον ορισμό του εφήμερου εφιάλτη
• Και πριν το αγνάντεμα της ζωής συνεχίσει να σε απασχολεί
• Κοντά στις γιορτές σε εκείνα τα πανηγύρια της αποθέωσης του υποτιθέμενου του χαρούμενου του ευτυχισμένου ανεκδότου
• Αίμα, αίμα ξανά πάνω σε παραπονεμένα παιδιά με ξεχασμένα βλέμματα
• Και βαπόρια άγγελοι στις θάλασσες τρεχαντήρια της ελπίδας δέχονται την ντροπή της επιβολής και πληγώνεται η θεωρία και δικαιώνεται η κόλαση
• Γυναίκες παππούδες και άοπλοι να τρέχουν στις ζωγραφιές των δολοφόνων εμπνευστών κι οι καπνοί να ανεβαίνουν κατακόκκινοι δίνοντας στο επουράνιο το αιματοβαμμένο που του λείπει για να φτιάχνει εκείνα τα ηλιοβασιλέματα που έχει ανάγκη ο ηλίθιος για να δακρύσει
• Και επίσημη στολισμένη η χειροκρατία των δικαίων αποκαθίσταται στις συνειδήσεις των βαρήκοων
• Και γεμίζουν τα στενά με τους αρουραίους κι οι υπόνομοι απολύουν την δυσωδία
• Και οι μισόσβηστες λυχνίες των σοφών, παρατρεχάμενες σιωπές εξαπατούν τις αισθήσεις
• Και η επίνευση παρασημοφορεί το καταχλεύαστο
• Σκέψη βαρύπονη εκπομπεύεις την ομορφιά του μεσουρανήματος
• Μυκτηρίζεις κατονειδίζεις και παραλογίζεσαι
• Και αφήνεις το χρόνο να εγκαταλείψει το προγεγενημένο
• Καλή χρονιά ξεστομίζεις λύνοντας την κόκκινη κορδέλα
• Ένα φιλί πολλά γέλια πολλές αμαρτίες όλες σε μια μέρα μαζεμένες
• Στην τελευταία του χρόνου
• Εκεί που η προεπισκόπηση του κειμένου αποτυπώνει τη φωτογραφία όλων των απομνημονευμάτων
• Και μέσα στην ευωχία των λέξεων της γιορτής του τέλους
• Απογυμνώνεσαι και κοιτάς το παρακάτω
• Χωρίς ήλιους πέρασε ένα σιωπηλό φως
• Μάδησε τις μασκαρεμένες μαργαρίτες κι άφησε το κίτρινο να απλωθεί
• Άφησα την αναπνοή μου να βγει
• Στο τζάμι έγραψα μια φωνή
• Και την άφησα
• Να περιμένει
• Ένα ομορφότερο ψέμα
• Καλή χρονιά!
λοξός
loksos@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου