Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008

ΜΥΟΓΡΑΦΗΜΑ εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ

·      Κραχ !

·      Φωνητική προσέγγιση της απόγνοιας  των ισχυρών

·      Έγνοια του χορτάτου, βάσανο των υπερώων και εφιάλτης πολυτελών αυλών

·      Το κραχ ως κραυγή δεν ενδιαφέρει το βιοπαλαιστή, τον μικροπωλητή, το δάσκαλο τον ταπεινό, το δύστηνο

·      Αναγιγνώσκοντας  την είδηση συμμερίζεσαι τον πόνο του κραταιού και χαίρεσαι αντικρίζοντας τα καπίκια στο ξεφτισμένο περιθώριο του πουγκιού του, γιατί το αντίτιμο περισσεύει για να αγοράσει και μια φούχτα βουτήματα, για να κάνει σάλιο η σκέψη του

·      Μεγάλη η συγκίνηση για το ράγισμα του οικοδομήματος και η απόγνωση μέσω των θλιμμένων βλεμμάτων των τηλεπαρουσιαστών, ξεφεύγει από την συγκεκριμένη ορατότητα του οφθαλμού και γίνεται ενα τεράστιο δάκρυ που ακουμπά τις ψυχές όλων των πενιχρών, από το τελευταίο εργοτάξιο μέχρι και την πιο απομακρυσμένη στάνη του χιονισμένου βουνού

·      Εκεί που τα βελάσματα των τετραπόδων  ανακατεμένα με δύσοσμες αναπνοές, δίνουν κι αυτά με το τρόπο τους, την απαραίτητη  συνοδεία στην απίστευτη βουκολική θλίψη που καλύπτει την όλη  σύνθεση

·      Κραχ, γδούπος, ένας θόρυβος υπόκωφος, ένα κουφάρι ανάσκελα μ ανοιχτά χέρια και πόδια, ένα πτώμα πεταμένο

·      Μια ανήκοος  ρωγμή του πυργοδομήματος

·      Μια απακμή της ευμάρειας των ολίγων

·      Άνθρωποι δυστυχισμένοι έχασαν τα χειρομίσθιά τους που τα κερδισαν  φτύνοντας το  αίμα των άλλων, δουλεύοντας ολημερίς κι ολονυχτίς με τον ιδρώτα να καίει τα μάτια τους και τον Ήλιο να σκαλώνει στις ράχες  των σωμάτων τους

·      Άποροι, ακτήμονες  άνθρωποι, απώλεσαν εν τω μέσω της νυκτός  το αποτέλεσμα  του μόχθου τους

·      Κι απέμειναν να κοιτάζουν τώρα τη ζωή, με μόλις μερικές χιλιάδες δολάρια

·      Ο! Τι καημός τι οδυρμός τι αλαλαγμός!

·      Κατακαημένη Ρούμελη τι σου ‘μελλε να πάθεις!

·      Και στις απόμακρες ραχούλες με τα γάργαρα νερά η φλογέρα ανακατεύεται με την ξερή ανάσα του δυστυχούς ποιμνηλάτη

·      Και το marche funèbre  του Chopin ακούγεται απο τη διπλανή οροσειρά για να δώσει το μεγαλοπρεπές στην ανήκουστη οδύνη

·      Και ευλόγως το ηχομιμιτικόν μονοσύλλαβον γίνεται απάντηση αρνητική σε αιτήματα πάσης φύσεως

·      Κραχ και ο γδούπος της σφαλιάρας βουλώνει το αχανές άνοιγμα της απορίας

·      Αχ αυτό το κραχ!

·      Το συναντάς συνήθως σε κυβερνήσεις και σε κρεβατοκάμαρες

·      Και είναι ταυτόσημο της αιτιολογίας κάθε μορφής κατάντιας

·      Δημιουργός αλλαγών και πειστήριο κάθε σχήματος  ανικανότητας πολιτικής και ερωτικής

·      Κραχ ο ο προεξέχων του δασύτριχου νταβραντισμένου, κραχ κι ο προεξέχων του Ευπάτορος

·      Φωνές από την ασήμαντη της απέναντι στάνης, φωνές κι από το σύνολο των ανικανοποίητων αισθήσεων της πυργοδέσποινας

·      Το κραχ μας κυνηγά σε όλους τους τόπους

·      Και στις δημοσκοπήσεις, ακόμα κι εκεί, αποτελεσματική η συμβολή του

·      Ένα κραχ καμιά φορά σώζει ζωές και εξουσίες

·      Είναι να έχεις άστρο μαγικό για να μεταμορφώνεται  το δυσοίωνο σε ευοίωνο, με μια συλλαβή!

·      Φτάνει απέναντι σου να έχεις βραδυπόδαρους οραματιστές

·      Πάντα η απορία συνοδεύεται από ένα ήχημα

·      Μπορεί να ναι φύσημα, σύριγμα , κέλαδος, κάχλασμα , ακόμα και ρόγχος

·      Και η κακωδία, συνθιασώτης του υπονοούμενου των ήχων απελευθερώνει την αγανάχτηση

·      Η απόγνωση των αισθήσεων προερχόμενη είτε από ψηλά είτε από χαμηλά, εξαρτάται ως επί το πλείστον, από το βαθμό ευγένειας που διαθέτει ο καθείς εκπέμπων

·      Υποπνέω και συνεχίζω την παραγωγή των θορύβων των  απαξιωτικών των εκ της  πυγής δημιουργημένων

·      Και εκμεταλευόμενος το θόρυβο

·      Βγαίνει κι ο Γαληνότατος να τρομάξει το ποίμνιο

·      Κραδαίνει χέρια, πόδια, κεφάλια, λαιμούς και ό,τι άλλο ανακάλυψαν ότι σαλεύει, για να πείσει ότι η φωτογραφία πρέπει να συνεχίσει να βρίσκεται πάνω στο σκρίνιο.

·      Και το τοπίο επεισθη και άρχισε να απαντά στα ρήματα  καταφατικά να κατηφορίζει την δυσαρέσκεια του, κοιτάζοντας το έδαφος, αποφεύγοντας να δει το κραχ της νοημοσύνης που πια ξεπέρασε το υπόκωφο

·      Μόνο παραμύθια φτιαγμένα από ανέμπνευστους συλλέκτες λεξημάτων κουβεντιάζουν πια στα καφενεία

·      Κάστρα με ψηλές πόρτες, με λόγχες, με αιχμηρές κορυφές, εμπόδιο για τους εισβολείς αντιρρησίες

·      Μια βασιλοπούλα εύσωμη τροφαντή με προγούλια είναι πια ο ορισμός του πόθου

·      Ντυμένη παρδαλά  κουνώντας τις δίπλες της να μένει ασάλευτη στην μεγάλη πόρτα και πλάι της χιλιάδες αναλφάβητοι του έρωτα να ερεθίζονται κοιτάζοντας την κακοσχημία της εικόνας

·      Γυμνά κολεόπτερα, ζητιάνοι της εύνοιας, ουτιδανά  όρνεα περιστοιχίζουν τα ανάκτορα

·      Αφιονισμένοι παραχαράκτες της διαδρομής

·      για λύπηση οι αφηγητές  του ιστορήματος

·      για λύπηση και οι ακούοντες

·      και όμως

·      Οι γρήγορες ανάσες κορυφώνουν την ανάγνωση και κάνουν το νόημα να ξεκλειδώνει τη βαριά σιδερένια πόρτα

·      Κι είναι  πολύ μικρός ο χαιρετισμός για να σκοτώσει τη σκέψη

·      Κι ας  σε χαιρετούν όλοι

·      Ένα αντίο ακούς και εσύ αποφεύγεις να κοιτάξεις

·      Αρνείσαι την αισθητική της κατασκευασμένης βασιλοπούλας

·      Μαζεύεις λίγο ουρανό παίρνεις και λίγο θάλασσα και φτιάχνεις ένα αγερικό

·      Του βάζεις και ένα λιτό λευκό αραχνοΰφαντο

·      Βάζεις λίγο αεράκι

·      Δυο τρεις κυματισμοί μια λίμνη παραδίπλα

·      Αν θες βάλε και μια άρπα να τη χαϊδεύει ο θεός

·      Και περίμενε

·      Σε λίγο θα έρθουν κι άλλοι!

λοξός