Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2008

ΜΥΟΓΡΑΦΗΜΑ εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ

·      Στα  παραμύθια τα σκοτεινά,  ο Ουρανός είναι γεμάτος από μαύρα σύννεφα και το φεγγάρι έχει μπροστά μια τεράστια μαύρη κουτσουλιά

·      Στα παραμύθια τα απόκρυφα, τα νεφώδη, οι σκηνές δεν έχουν μουσική και τα πρόσωπα είναι δυσδιάκριτα

·      Οι σκηνές εναλλάσσονται και το γουργουρητό της γάτας τρομοκρατεί την απόπειρα της φαντασίας να φτιάξει έναν Ήλιο

·      Στα παραμύθια τα δισφεγγή υπάρχουν πολλοί, άλλοι μπροστά κι άλλοι πίσω

·      Και μερικοί άλλοι έξω από την ιστορία,  που απλώς ακούνε, χωρίς να βλέπουν ένα τζάκι και τις κάποιες μικρές φωτίτσες να ξεπετάγονται και να σβήνουν, μην αντέχοντας το ασφυκτικό του πλαισίου

·      Στα παραμύθια τα κακοθέατα,  η ανυπαρξία μετράει τ’ άστρα

·      Ένα τραπέζι, ένα λευκό τραπεζομάντιλο, ένα βάζο με λουλούδια. Στο κέντρο η απουσία η δυσνόητη  και δίπλα περικοκλάδες ευπρεπώς ιστάμενες και επικοινωνιακώς ενδεδειγμένες

·      Βροχή από μεγάλες φράσεις από πολυσήμαντες ερωτήσεις

·      Κάνουν τη μοναξιά της εκφράσεως να φαντάζει πονεμένη

·      Ενα στερέωμα χαλασμένο, ματωμένο, βαριά κτυπημένο

·      Μια ανήκεστος βλάβη του στερεώματος

·      Μια απουσία ολόκληρη σε μια σκοτεινή αίθουσα που οι παριστάμενοι αναζητούν την ολοκλήρωση της αμηχανίας

·      Κι από πάνω, κοράκια μαύρα, με γαμψά ράμφη φτιάχναν μια μακάβρια σύνθεση μαύρου περιεχομένου και μια κακόφωνη συνάρτηση φωνημάτων

·      Όλα ήταν στην εντέλεια

·      Φρεσκοσιδερωμένες, κουμπωμένες υφασμάτινες ενδυμασίες,  με χρώματα που να αρμόζουν στην περίσταση

·      Και πιο πάνω κάποιες κλωστές στερέωναν τις οπτασίες, να στέκονται όρθιες και ένας θεόρατος μάγος με μακριά δάχτυλα και μεγάλα νύχια βοηθούσε την κίνηση να καλύπτει την απεραντότητα του ακατανόητου

·      Παραδίπλα πολλές λέξεις ανακατεμένες προσπαθούσαν να δώσουν στην απορία το εισιτήριο της εγκατάλειψης

·      Οι απαντήσεις, περιστρεφόμενες μπαλαρίνες προσπαθούσαν να αποσυντονίσουν για μια ακόμα φορά την σοβαρότητα του αυτονόητου.

·      Μια δοκησισοφία επαναλαμβανόμενη προσπαθούσε εις μάτην να φτιάξει μια σύνθεση με αρχή μέση και τέλος

·       Μια πολυδίνητη στιγμή διασκεδαστική έκανε τη σοβαρότητα των αναστεναγμών μια βαρετή προσέγγιση

·      Το περισπούδαστο ύφος να υποτιμά την πραγματικότητα και να αφομοιώνει νομίμως και ηθικώς την κραυγαλέα πρόκληση της  αλαζονείας

·      Η ανήκεστος βλάβη του σύμπαντος

·      Ένα τίποτα τεράστιο χωρίς τη συνδρομή του χρόνου ένα απίστευτο κενό με μπόλικες πανικόβλητες ανάσες

·      Η ύλη σε λανθάνουσα κατάσταση

·      Η κατοχύρωση του απαράδεκτου

·      Κι η αντίδραση ένα ουσιαστικό, απομονωμένο από την διαδικασία

·      Μια αποσιώπηση της καθαρότητας του λευκού  και μια απίστευτη απροκάλυπτη παραποίηση της ελπίδας

·      Κι όταν η διήγηση των πεπραγμένων τελειώσει και μια τελευταία ανάσα επιβεβαιώσει την ανυπαρξία της ιστορίας

·      Τα δυο μάτια θα αφομοιώσουν την ρητορική, αλλά όταν τα βλέφαρα σφαλίσουν κι απομείνουν οι λέξεις μοναχές τα μαύρα πουλιά θα κρώζουν εφιαλτικά και τα πελώρια νύχια θα τραβολογούν το δέρμα, το απ την ιστορία αυλακωμένο 

·      Και νομίμως θα ξεχωρίσεις ότι γεννήθηκες σε έναν κόσμο με ευφυείς που εμπλουτίζουν τη ζωή τους με λεπτομέρειες ανούσιες, αγνοώντας το ηθικό του ιστορήματος.

·      Και τα κιτάπια που κάποτε  θα διαβάζονται από κάποιους μικρούς χαζούς ρομαντικούς και ονειροπόλους αμείλικτα θα καταδικάζουν το νόμιμον

·      Και τότε κανένας αφηγητής δε θα μπορεί να αλλάξει τις λέξεις

·      Και καμιά μάγισσα με ραβδάκι δε θα μπορέσει να βάλει χρυσές καραμέλες στις πικρές παραγράφους

·      Και οι αράδες θα αποτυπώνονται σκληρά, εφιαλτικά από γραφιάδες απελευθερωμένους από το χρόνο.

·      Πάμε πάλι από την αρχή

·      Ένα τραπέζι ένα λευκό τραπεζομάντιλο ένα βάζο με λουλούδια

·      Καρέκλες είδωλα με χέρια και πόδια, μπροστά τα μικρόφωνα, στόματα κλειστά, απόντα σώματα χωρίς πρόσωπα

·      Φώτα χαμηλωμένα μια αίθουσα άδεια

·      Στο βάθος μια σκιά καθισμένη προσπαθεί ν ακούσει

·      Εντελώς μόνη 

·      Έξω ο δρόμος μουσκεμένος η ομίχλη είχε πέσει για τα καλά

·      Με το ζόρι διέκρινες τα πόδια των περαστικών

·      Στην γωνιά δυο τρεις πιτσιρικάδες  λέγαν αστεία και πιο κάτω το παράθυρο ενός καφενέ φώτιζε το σκοτεινό διάδρομο

·      Στις εξώπορτες ζευγαράκια σφυροκοπούσαν τον έρωτα και που και που κανένα γάβγισμα έσπαγε την αρχοντιά της σιωπής της νύχτας

·      Έβαλε το κλειδί, δυο στροφές, ένα τρίξιμο

·      Πέταξε το κορμί του στο κρεβάτι

·      Έκλεισε τα μάτια του

·      Να σκεφτεί ένα όνειρο θέλησε

·      Ξεκίνησε με μια θάλασσα και ένα καΐκι κι άφησε μετά τον ύπνο να φτιάξει τα υπόλοιπα

·      Έπρεπε να βρει ένα  όνειρο οπωσδήποτε 

·      έβαλε και λίγο χρώμα στον ουρανό έβγαλε το μαύρο εντελώς και άλλαξε πλευρό

·      Ως δια μαγείας κάποια πουλιά ξεπεταχτήκαν αρπάξαν το μάγο με τα σουβλερά νύχια και τον εξαφάνισαν στο βάθος τ΄ ουρανού

·      Ενα χαμόγελο σχηματίσθηκε

·      Το όνειρο  είχε πάρει το δρόμο του

·      Και κανείς δε μπορούσε να το σταματήσει.

·      Κανεις!

λοξός

loksos@gmail.com

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: