Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

ΜΥΟΓΡΑΦΗΜΑ εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ 23/7/2009

· Το ακατανόητο ευνοείται από τις συνθήκες και αποφαίνεται

· Απίστευτη ζέστη με αέρα, στο υπόστεγο που καθόταν η αισθητική των σύντομων παραισθήσεων. Έντονη η εικόνα της αποκαθήλωσης των χρωμάτων και μυστήρια η άφιξη του πολυσήμαντου σκοτεινού. Το κείμενο θέλει να βγει από το κείμενο και το αποτέλεσμα να ευνοήσει το προηγούμενο και το γήτεμα να περιορίσει τη διάθεση του ανυπόταχτου γητευτή

· Μικρόβια μικροσκοπίου δραπέτευσαν από τη λεία γυάλινη επιφάνεια και η ενοχική συμπεριφορά επιστράτευσε την έκτακτη ανάγκη για να φωνάξει τον τρόμο πάνω απ τα σύννεφα. Κι αυτός με το σκήπτρο, αφήνεται στο μικρό σύμπαν για να σκεπάσει όλη την σκονισμένη ατμόσφαιρα με τις τονισμένες εκδηλώσεις των μικρόπνοων επιλογών του μεγαλόσχημου ορισμού.

· Φεύγουν οι προσταγές της ιδέας και οι αποδέκτες των φωνημάτων απηυδισμένοι μορφάζουν πονεμένα. Ένα περιστατικό ακινησίας της σκέψης και μια αγκαλιά με λουλούδια το εξαιρετικό θέαμα της αναπνοής των ελεύθερων φωνών

· Η πολιτική του καλοκαιριού είναι ξαπλωμένη γωνία σε λευκό χαρτί. Αμβλεία χαρακιά κανονισμένη απ τον ήλιο και τη θάλασσα. Μια αναγνώριση της ηλιοστάλαχτης εμμονής στις κλίμακες των αποφάσεων της περιέργειας

· Και η πληροφορία ενταγμένη στο σύστημα της στιγμής απογυμνώνεται από τους επιθετικούς προσδιορισμούς και αναβοσβήνει με αργούς χορικούς σχηματισμούς και σκελετωμένη αποχωρεί από την σημαντικότητα του ενδιαφέροντος

· «Μάρθα κοιμάσαι?» ακούγεται η τσιριχτή φωνή από το απέναντι λιβάδι. Ο εύσωμος χοιροβοσκός με την γυριστή μπαστούνα τον παχύ μύστακα και τα κιτρινισμένα δόντια επιβάλλεται του τοπίου και απευθύνεται στην γοητευτική σκρόφα που κυλισμένη στο βόρβορο απολαμβάνει την θαλπωρή της λάσπης, έχοντας το μουσούδι της σε απόσταση αναπνοής από το γυμνό κόκκαλο, το αδειασμένο από την πρώτη ύλη. Ένα βογκητό αντίδρασης και ο όγκος διπλασίασε την επιφάνεια της ραστώνης. Ένα ξεδίπλωμα της αναλγησίας του σώματος και το άλλο πλευρό κάλυψε και το υπόλοιπο του εγχώματος

· Και ο ήχος απολαμβάνει την επικράτηση του και ο παραλογισμός επικάθεται αφήνοντας το σχήμα της πεταμένης ευλογίας να αφηνιάζει το ένστικτο της ορμής. Κι ένα άλογο με φτερά ξεπετάχτηκε να κυνηγά εκείνη τη μικρή θάλασσα που ξεχάστηκε στον ουρανό και μπουσουλώντας μες στην μεγαλειότητα του γαλανόλευκου έψαχνε απεγνωσμένα την γλυκύτητα της πρώτης κραυγής

· Κι εκεί που η μια λέξη καλούσε την άλλη, ένας συλλέκτης εμπειριών απώλεσε το συναίσθημα για λίγο και έπιασε το μουλιασμένο πανί το έστριψε μια δεξιά και μια αριστερά, να αποχωρήσει το υγρό να βροντοφωνάξει η σουρωμένη επιφάνεια και να απλωθεί το συνεσταλμένο της αμηχανίας. Και πιο πέρα στο γραμμένο που κούναγε ο βοριάς, το αίμα κοκκίνισε το περιθώριο το λευκό. Συλλαβίζοντας σκόρπισες μια φοβερή ματιά στο φονικό της απομακρυσμένης πόλης και μια ανερμήνευτη επιτακτική ανάγκη να επιστρατεύσεις τους χαμένους κώδικες επικοινωνίας του παππού και της γιαγιάς μπερδεύτηκε στη γλώσσα σου .

· Ένα τέχνασμα για μικρά αποστακτήρια της σκέψης η εκδοχή περί ασέβειας και οι εκλογή του διακοσμητικού ανδρός φαντάζει επιθυμία για κολασμένο σκιαγράφημα. Ταυτισμένοι οι κομπορρήμονες με την ικανότητα της αποπλάνησης, ξεπετούν τα ρητορικά ερμηνεύματα για να δώσουν λύσεις για την συνέχιση της μεταρρύθμισης του ανύπαρκτου. Ένας χώρος γεμάτος με τεχνάσματα η ζωή και η ουσία απελπιστικά μόνη κρυφακούει τις επώνυμες διακηρύξεις και παραμορφωμένη απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο

· Λεκτικές επιταγές δίγραμμης αντιμετώπισης των φαινομένων

· «Μάρθα μ ακούς?» Ακούστηκε αδύναμα η φωνή του ευτραφούς. Ένα απέραντο σιωπηλό ξεσκέπασε την ηχώ και η επανάληψη έσβηνε καθώς κατρακυλούσε στη ρεματιά. Φόρτωσες το κορμί στα πόδια σου και προχώρησες στο πατημένο μονοπάτι που είχαν προκαθορίσει οι ανάγκες του περασμένου. Πιο κάτω μερικά φτερουγίσματα θα προκαλούσαν ένα ρίγος στη σκέψη του σώματος και η κεφαλή αγνοώντας το ορισμένο προσπάθησε να ξεφύγει από αυτήν τη νοημοσύνη των αδιανόητων επιδρομών του καθημερινού.

· Κυριάρχησε το σώμα και κουτρουβάλησε ο νους. Σκεπάστηκε με τη λευκή σημαία της υποταγής και καρφώθηκε στις φανερές σημειώσεις του καλοκαιριού. Ένα τερέτισμα ανακατεύτηκε ξαφνικά και μούδιασε ολόκληρο το φόντο. Έπεφταν οι μάσκες απ τα πουλιά και τα κλαδιά υποκλίθηκαν στην απογύμνωση.

· Σε μίσησα κείμενο σήμερα μου χάλασες τη συμφωνία με το λογικό που προσπάθησα να υπογράψω χτες μουσκεμένος από τον ιδρώτα με το φως να με κτυπά κατάματα. «Άκουσες τι σου είπα λοιπόν?» Και αποφάσισα να ακούσω, με τα μάτια θαμπωμένα από την μανία του κανόνα

· Και το ξαφνικό επεμβαίνει και κατατροπώνει την ηρεμία.

· Ένα τυλιγμένο λάστιχο στριφογύρισε αφημένο στην οργή του νερού, το θυμικό ονειρεύτηκε ανύπαρκτα νοήματα και έκλεισε το κείμενο περίπου όπως το άρχισε

· Χωρίς κανένα απολύτως νόημα!

λοξός

loksos@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: