Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2009

ΜΥΟΓΡΑΦΗΜΑ εφημερίδα ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ 24/12/2008

• Κρύο!
• Ένα πράσινο επίπλαστο δέντρο να κάνει τη ματιά να ανηφορίζει, μπάλες πολύχρωμες και πολλά λαμπάκια με άσπρο κόκκινο κίτρινο φως και ένα άστρο τεράστιο, φωτεινό ψηλά, να προσπαθεί να κοιτάξει κατάματα το Θεό 
• Να γιγαντωθεί προσπαθεί και να χαμογελάσει στα έλκηθρα που σέρνουν τα σύννεφα και να κλείσει το μάτι στις μικρές φωλιές που γενούν τις σταγόνες τις νιφάδες τις βροντές τις αστραπές την υγρασία τη ξαστεριά το ξημέρωμα και τη νυχτιά
• Πολλές καμπανούλες άηχες κρεμασμένες μικρά παπάκια ανέκφραστα σπιτάκια επίπεδα απλά διάφανα με ανθρωπάκια να φτιάχνουν κουραμπιέδες και φοινίκια, γιαγιάδες να φτιάχνουν τα νύχια τους, μπαμπάδες να διαβάζουν εφημερίδες και μαμάδες να προβάρουν τις καινούργιες μεταξωτές κιλότες
• Στα μεγάλα βουνά στις απόκρυφες κορυφές με τις άσπρες κουκούλες και τις χοντρές πλαγιές τις ανθοστόλιστες, με τα μυρμήγκια να ανεβαίνουν να κατεβαίνουν να κουβαλούν χωρίς σταματημό τις πραμάτειες τους, που βγήκαν με μόχθο και με επινοήσεις από τις επιδρομές του νου στους μεγάλους λογαριασμούς που ανοίγονται όταν η τιποτένια ζωή αναρωτιέται για την μοναξιά της διαδρομής
• Γιορτινά όλα στις παρυφές των παρηκμασμένων ονείρων με τις ανοικτές μαραζωμένες φτερούγες των ασήμαντων πετούμενων με τις μαυροφορεμένες σκέψεις 
• Ένα φοβερό κρύο μέχρι τα κόκκαλα και ένα χιόνι που αρνείται να πέσει 
• Και παρά μόνο μερικές αλήτισσες νιφάδες να θέλουν να ξεφύγουν από το προκαθορισμένο και να σκεπάσουν την πόλη των μυρμηγκιών με δαντελωτούς λευκούς σχηματισμούς 
• Ένας μικρός με σκούφο πλεγμένο με μια μπάλα να κρέμεται στο πλάι ένα κασκόλ τυλιγμένο στο λαιμό και ένα πανωφόρι χοντρό, με ανάσες που σκορπίζουν συννεφάκια αθώα ζεστά με τη μυτούλα κόκκινη και τα μάτια υγρά από κείνο το νότισμα της μεγάλης γιορτής που έρχεται για να δώσει εκείνο το ξεχασμένο βλέμμα και κείνους τους παιδικούς χαρωπούς ήχους που σε κάνουν να γυρίζει ο χρόνος και να θυμάσαι κάποιες κάλτσες και κάποιες καμινάδες 
• Τα στολισμένα δέντρα στις πλατείες των βουλευτηρίων είναι σκυθρωπά κι ας είναι στολισμένα 
• Μεγάλα γοτθικού ρυθμού με μορφή κόλουρου κώνου με κλαράκια κουρεμένα με σύνεση και με τάξη 
• Μια επιτηδευμένη κατασκευή που όσο προχωρά προς τα πάνω λεπταίνει, τα κλαράκια λιγοστεύουν μέχρι την κορυφή, μέχρις ότου να απολήξουν σε ένα και μοναδικό αλαζονικό κι ανθεκτικό 
• Χαμηλά, πακέτα με δώρα μια φάτνη ένα νεογέννητο μια αγελάδα ένα πρόβατο μια Παναγιά 
• Ακίνητες φιγούρες δραματοποιούν το ιστορικό 
• Και γύρω γύρω ασπίδες ανθεκτικές λευκόκρανοι υποστηρικτές του κατάπλαστου σε κυκλοειδή παράσταση με πλάτη γυρισμένη στον κόλουρο, δεσμοφύλακες των παιδικών ονείρων
• Κι απέναντι ο πόθος γυμνός οργισμένος με αποφάγια στα χέρια με κόκκαλα απογυμνωμένα με κονσερβοκούτια με συνθήματα να λοιδορεί και να αναθεματίζει τα δέντρα των κατασκευαστών, των μεγάλων, των σπουδαίων, που επιμένουν να φυγαδεύουν το αύριο από την αθωότητα
• Και προφυλάσσεται η ψεύτικη χαρά το ψεύτικο δέντρο το ψεύτικο χαμόγελο η ψεύτικη γιορτινή γιρλάντα 
• Ένα μαύρο μελαγχολικό λεύτερο δέντρο να λάμπει σαν ένα τεράστιο κερί και που να φέγγει στην αλήθεια. αυτό ονειρεύονταν οι στιχοπλόκοι της ανεμελιάς κι αυτή είναι η σχηματογραφία της φετινής εντύπωσης 
• Μια εικόνα που θα έκανε το χιόνι να πεφτει και τις σταγόνες της λύπης να γίνονται οράματα 
• Γιατί οι άδολοι ξέρουν και να παίζουν μόνοι τους και να παραμιλούν και να φτιάχνουν φαντάσματα
• Και ένας τετράγωνος ασήμαντος προικισμένος από μοίρες ιστορικές με κεφάλι στρόγγυλο, σπασμωδικά κινούμενος, με γλώσσα από καυσόξυλα, εξαφανισμένος απόηχος μιας χορωδίας παράφωνων συνθέσεων, κρατώντας τις λέξεις κρεμασμένες στο κομποσχοίνι, φλυαρώντας ακατάπαυστα δίνει στο απολάμπρυσμα την γελοιωδέστερη εκδοχή 
• Και στις συνοικίες τις απόκληρες, στα καφενεία, ανάμεσα στους καπνούς, στα σταχτοδοχεία τα γεμάτα αποτσίγαρα, οι προϋπολογισμοί δεν αλλάζουν την καθημερινότητα
• Μόνο η ανάμνηση μιας παλιάς ασπρόμαυρης εικόνας στον τοίχο αφήνει για λίγο το θαμπό να ξεκινήσει για το περασμένο 
• Και ένα τρίγωνο σιδερένιο προσπαθεί να ξεχαστεί στα ξεχασμένα σπίτια στις λησμονημένες φυλακές στου ναούς των πονεμένων στις ματιές που γεμάτες παράπονο κοιτούν ψηλά σε μια βουβή προσευχή χωρίς σκοπό
• Με ανάσες γεμάτες με βογγητά και τρεμάμενα χείλια με παρακαλετά ολιγόλογα 
• Και δίπλα ένα καντήλι με λιγοστό φως και λιγοστό λάδι και σε μια κρεββάτα πάνω τρία τέσσερα ζευγάρια μάτια να κοιτούν την προσευχή που φεύγει χωρίς αντίκρισμα
• Κι ο ασπρογένης Άγιος με τα κόκκινα ισχνός σκυθρωπός και θυμωμένος, σε ‘κείνη την άκρη εκείνου του χωριού θα ξεκινήσει να μοιράσει τα δώρα στα χαμόγελα που περιμένουν 
• Και στους άλλους τους μεγαλορρήμονες τους κολασμένους τους υποταγμένους τους φανφαρόνους και τους ληστές 
• Θα προσφέρει την οργή, απλόχερη χιονοστιβάδα 
• Γιορτή καταιγίδα, μορφές πλαστικές 
• Θόρυβος, φωτιές κι αλυσίδες
• Κάλαντα που τα λένε οι γέροι
• Σώματα χωρίς πρόσωπο 
• Σιωπητήριο 
• Η μοναξιά των παιδιών και του γέλιου
• «Τίποτα δεν είναι όπως χθες»
• Και κάπου ένα κρυμμένο χιόνι ψάχνει μιαν αφορμή
• Ντιν ντιν νταν
• Ικετευτική η επιμονή του φωνάγματος 
• Παραδίνομαι
• Καλά Χριστούγεννα!

λοξός
loksos@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: